Ο ουροδυναμικός έλεγχος είναι μια σειρά εξειδικευμένων διαγνωστικών εξετάσεων που αξιολογούν τη λειτουργία του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος.
Το κατώτερο ουροποιητικό σύστημα, που αποτελείται από την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα, είναι μια λειτουργική μονάδα αποθήκευσης και αποβολή ούρων.
Κατά τη διάρκεια της φυσιολογικής φάσης αποθήκευσης των ούρων, αισθανόμαστε πλήρωση σε συγκεκριμένη στιγμή και ακολούθως έχουμε επιθυμία να ουρήσουμε. Δεν είναι φυσιολογικό να αισθανόμαστε πόνο, επίταξη προς ούρηση, ούτε να έχουμε ακράτεια ούρων. Η ικανότητα της ουρήθρας να παραμένει κλειστή και η ενδοτικότητα (δηλαδή η ικανότητα της κύστης να διαστέλλεται διατηρώντας χαμηλή πίεση στο εσωτερικό της), καθιστά δυνατό το να αποθηκεύονται ούρα σε χαμηλές και σταθερές πιέσεις. Έτσι τα ούρα μπορούν να παροχετεύονται από το ανώτερο ουροποιητικό σύστημα (τους νεφρούς και τους ουρητήρες).
Κατά την φυσιολογική φάση της ούρησης, η ούρηση ξεκινάει με τη θέλησή μας και η ροή είναι δυνατή και συνεχής. Στο τέλος δεν υπάρχει υπόλειμμα ούρων στην κύστη. Για να επιτευχθεί αυτή η λειτουργία, το πυελικό έδαφος και ο έξω σφιγκτήρα της ουρήθρας χαλαρώνουν συγχρονισμένα με την σύσπαση του εξωστήρα μυ. Όταν έχουμε υψηλές πιέσεις στην ουροδόχο κύστη, η παροχέτευση ούρων από το ανώτερο ουροποιητικό σύστημα μπορεί να επηρεαστεί και εν συνεχεία η λειτουργία του (νεφρική δυσλειτουργία).
Αυτή η σύγχρονη διαγνωστική μέθοδος παρέχει ακριβείς πληροφορίες για τον τρόπο αποθήκευσης και εκκένωσης των ούρων.
Ο σκοπός μας στον ουροδυναμικό έλεγχο, είναι η πρόκληση / αναπαραγωγή των συμπτωμάτων της ασθενούς και με μετρήσεις πίεσης να βάλουμε σωστή διάγνωση και να να ορίσουμε κατάλληλο θεραπευτικό πλάνο.
Ο ουροδυναμικός έλεγχος είναι ανόδυνη εξέταση και η ασθενής ειναι σε πλήρη επικοινωνία με τον ιατρό και τη νοσηλεύτρια κατα τη διάρκεια της εξέτασης.